Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

Το ρούχο μιας ανοιξιάτικης νύχτας... - Μαρία Ανδρεαδέλλη

 



Κοίταξε το ημερολόγιο. Κόντευε επισήμως να σημάνει η ώρα της άνοιξης. Το ίδιο πρωί είχε δει τη φύση καταπράσινη, τις μαργαρίτες ανθισμένες, τις παπαρούνες να λικνίζονται φλερτάροντας με τον ολοζώντανο άνεμο, έναν άνεμο ήπιο, καλοσυνάτο.

Η νύχτα όμως ήταν γυμνή, γυμνή και άφαντη. Ζούσε κάθε φορά που ήταν η ώρα της να πλησιάσει το κενό της. Κοίταζε από απόσταση το ρούχο της. Το ρούχο μιας ανοιξιάτικης νύχτας που επαναλαμβανόταν πανομοιότυπα επί  χρόνια.

Το ρολόι της φύσης σύντομα θα σήμαινε ισημερία κι εκείνη θα έπρεπε ως τότε να αποφασίσει σε ποια πλευρά του χρόνου μπορούσε να σταθεί…


Από το ομώνυμο διήγημα του βιβλίου Το ρούχο μιας ανοιξιάτικης νύχτας... 

που μόλις κυκλοφόρησε.

ISBN 978-618-84793-3-3



Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2021

Νομίζεις πως πετάς - Χρήστος Παπουτσής

 


Πέφτεις από ψηλά.

Αργείς να φτάσεις στο έδαφος,

νομίζεις πως πετάς!

Είναι που απλώς καθυστερεί η συντριβή σου.



Από το βιβλίο του Λήθη η αυτοκράτειρα του Κόσμου




Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021

Το Τετράγωνο Δωμάτιο - Ιωάννα Χαντζαρά


Η ζωή μου είχε γίνει ένα τετράγωνο δωμάτιο σκοτεινό και κλειδωμένο , απ' 
την ώρα που σε αντίκρισα. Είχα αφήσει ξεκλείδωτο ένα μικρό παράθυρο μονάχα, 
με μια μικρή χαραμάδα ελπίδας να την πλησιάσει, έστω μία μικρή σπιθαμή από 
το φως σου. Να πλησιάσει, κι έπειτα να δώσει λίγο φως στη σκοτεινή μου 
αδιέξοδο και πού ξέρεις… Ίσως κάπου εκεί μέσα να βρίσκονται κλειδιά και το 
σκοτάδι να τα καθιστά αδιόρατα. Tα κλειδιά εκείνα, που αν τα πιάσω ο κόσμος 
μου θα αλλάξει σχήμα και το βλέμμα μου κατεύθυνση. Τα μάτια μου θα κοιτούν 
πλέον ευθεία, παύοντας να πλανιούνται στο άπειρο όπως τόσο καιρό 
συνηθίζουν, συγχρονισμένα με ένα μυαλό με την πραγματικότητα ασυγχρόνιστο. 
Tα νοητά ταξίδια της σκέψης δε θα υφίσται πια αφού το σώμα πλέον θα μπορεί 
να τα διασχίσει στην πράξη, την ονειρική του διαδρομή.
   Μα , περνούσε ο καιρός και καμία σπιθαμή δεν προσέγγιζε το ελπιδοφόρο μου 
παράθυρο. Μονάχα ο αέρας συχνά το χτυπούσε ανοιγοκλείνοντάς το διαρκώς. 
Έμοιαζε σαν κι εκείνος να ήθελε να συγχύσει το ήδη μπερδεμένο μου 
μυαλό ,για το αν θα έπρεπε να ελπίζει, πως αξίζει να περιμένει έχοντας το 
παράθυρο ανοιχτό ή να το σφραγίσει παίρνοντας απόφαση πως η αναμονή είναι   
μια χρονοτριβή . Ώσπου έφτασε η μέρα που έπαψα να έχω αρκετή δύναμη να 
περιμένω καρτερικά στο σκοτάδι, κάτι καθ' όλες τις ενδείξεις μάταιο . Πήγα 
έτσι και αγόρασα έναν ήλιο τεχνητό να φωτίζει έστω και με αδύναμο φως,  το 
τετράγωνο δωμάτιο. Ίσως έστω και μ' αυτό το χαμηλό φως κατάφερνα να 
εντοπίσω τα κλειδιά. Το παράθυρο όμως παρέμεινε ανοιχτό, αφού η καρδιά μου 
φύλαγε μέσα της μια κρυφή ελπίδα , εκείνη που το μυαλό ολοκληρωτικά 
αρνούνταν. Το δωμάτιο γινόταν όλο και πιο κρύο κι έμοιαζε όλο ένα να 
στενεύει, παραμένοντας τετράγωνο. Ήθελα πια τόσο να φύγω από κει … Αλλά το 
παράθυρο ήταν τόσο ψηλά , θα ήταν αδύνατο. Κάποιος τότε μου θύμισε ότι έχω 
2 φτερά που αν τ' ανοίξω ίσως κατορθώσω να αποδράσω. Τα είχα αφήσει για 
χρόνια μουδιασμένα, ξεχασμένα και το κρύο δωμάτιο τα παγίωνε όλο πιο 
πολύ..  Ήξερα πως αν τα ''άγγιζαν'' οι ακτίνες σου θα τα ζέσταιναν σιγά 
σιγά, μα ήταν κρίμα πια να πιάνομαι από ψεύτικες ελπίδες. Έριξα μια ματιά 
στον ψεύτικο ήλιο. Ήταν αλήθεια πως το ασθενές του φως, ζέσταινε τα φτερά 
μα όχι ξεμουδιάζοντας μα καίγοντάς τα, κάνοντας αδύνατο κάθε πέταγμα. 
Κατάλαβα έτσι, πως ήταν επιζήμιος και τον εκτόπισα μακριά από εκεί.
   Προσπάθησα, πάρα τον πάγο που ένιωθα να κουνήσω τα φτερά με όλη μου τη 
δύναμη. Με πήρε καιρό, πόνεσε αρκετά η προσπάθεια, γέμισαν με αίματα. 
Κόπιασα ακόμη και για το πιο χαμηλό φτερούγισμα, μα στο τέλος τα κατάφερα 
και απέδρασα από το τετράγωνο δωμάτιο. Ήθελε δύναμη και θέληση η 
αποδέσμευση, η ελευθερία. Απαιτούσε, να πασχίζεις να πετάξεις ακόμη και 
αιματοβαμμένα φτερά. Απαιτούσε να καταλάβεις πως… Καλύτερα ένας παροδικός 
έντονος πόνος , που θα οδηγήσει στη γαλήνη, παρά η μόνιμη επιβίωση σε μία 
φυλακή , που προέρχεται από την ίδια σου τη σκέψη.

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΕΙΝΑΙ ΣΦΑΙΡΕΣ / THE VERSES ARE BULLETS - Θοδωρής Βοριάς / Thodoris Vorias

  [ζ΄] Πρὶν μ’ ἐκτελέσετε μὲ κοιτάζατε στὰ μάτια. Περιμένατε ἕνα νεῦμα μου ἀνεπαίσθητο. Εἴχατε ἀνάγκη ἀπὸ μιὰν ἔγκριση. Μ’ ἕνα μονάχα νεῦμα ...